Καταπληκτικός στα ουκρανικά
Μετάφραση: καταπληκτικός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
чудовий, дивовижний, дивний, дивовижна, дивовижне
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταπληκτικός
καταπληκτικός πίνακας κάνει τον γύρο του κόσμου, καταπληκτικός συνώνυμα, καταπληκτικός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, καταπληκτικός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- καταπατητής στα ουκρανικά - особу, обличчя, правопорушник, особа, лице, скватер
- καταπιεστικός στα ουκρανικά - тяжкий, гнітючий, деспотичний, задушливий, завзятий, затятий, запеклий, ...
- καταπνίγω στα ουκρανικά - подавити, приховувати, конфіскувати, забороняти, пробка, затор, корок
- καταπολεμώ στα ουκρανικά - воювати, бій, оскаржувати, заперечувати, оспорювати, оскаржуватиме, оскаржуватимуть
Τυχαίες λέξεις
Καταπληκτικός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: чудовий, дивовижний, дивний, дивовижна, дивовижне
Μεταφράσεις: чудовий, дивовижний, дивний, дивовижна, дивовижне