Κατασκοπεύω στα ουκρανικά

Μετάφραση: κατασκοπεύω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
шпигун, розвідник, шпигувати, шпіонити, шпигуни
Κατασκοπεύω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατασκοπεύω

κατασκοπεύω συνώνυμα, κατασκοπεύω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κατασκοπεύω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • κατασκευαστής στα ουκρανικά - вироблений, миротворець, виробник
  • κατασκοπεία στα ουκρανικά - шпіонаж, шпигунство, шпионаж
  • κατασπαταλώ στα ουκρανικά - марнувати, змарнувати, марнуйте, даремно, марно, впустую, впусту
  • καταστέλλω στα ουκρανικά - забороняти, подавити, конфіскувати, приховувати, пригнічувати, придушувати, подавляти
Τυχαίες λέξεις
Κατασκοπεύω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: шпигун, розвідник, шпигувати, шпіонити, шпигуни