Κατασπαταλώ στα ουκρανικά

Μετάφραση: κατασπαταλώ, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
марнувати, змарнувати, марнуйте, даремно, марно, впустую, впусту
Κατασπαταλώ στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατασπαταλώ

κατασπαταλώ λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κατασπαταλώ στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • κατασκοπεία στα ουκρανικά - шпіонаж, шпигунство, шпионаж
  • κατασκοπεύω στα ουκρανικά - шпигун, розвідник, шпигувати, шпіонити, шпигуни
  • καταστέλλω στα ουκρανικά - забороняти, подавити, конфіскувати, приховувати, пригнічувати, придушувати, подавляти
  • κατασταλαγμένος στα ουκρανικά - хронічне, підтверджений, переконаний, закоренілий, пояснив, пояснило
Τυχαίες λέξεις
Κατασπαταλώ στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: марнувати, змарнувати, марнуйте, даремно, марно, впустую, впусту