Καυχησιάρης στα ουκρανικά
Μετάφραση: καυχησιάρης, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
хвалькуватий, хвалько, хвастун
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καυχησιάρης
καυχησιάρησ συνωνυμα, καυχησιάρης λεξικό γλώσσας ουκρανικά, καυχησιάρης στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- καυτηριάζω στα ουκρανικά - припечіть, черствим, таврувати, припікати, змащувати, пріжігать
- καυτός στα ουκρανικά - спекотний, жаркий, палко, гарячий, пекучий, гарячої, гарячою, ...
- καφάσι στα ουκρανικά - решітка, грати, світу, ґрати, сітка
- καφέ στα ουκρανικά - коричневий, карий, мулат, засмагати, брунатний, корічневий, карі
Τυχαίες λέξεις
Καυχησιάρης στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: хвалькуватий, хвалько, хвастун
Μεταφράσεις: хвалькуватий, хвалько, хвастун