Κεντρί στα ουκρανικά
Μετάφραση: κεντρί, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
кусати, жало, тиснуло
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κεντρί
το κεντρί, κεντρί σφήκας, κεντρί gr, κεντρί ιεράπετρασ, κεντρί μέλισσας, κεντρί λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κεντρί στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- κελαρύζω στα ουκρανικά - лепет, белькотати, отой, той, свист, посвист
- κενοδοξία στα ουκρανικά - марність, метушня, суєтність, суєта, марнославство, пихатість, пиха
- κεντρίζω στα ουκρανικά - кусати, відросток, шпора, відріг, стимул, жало, пришпорювати, ...
- κεντρικός στα ουκρανικά - центральний, центрального
Τυχαίες λέξεις
Κεντρί στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: кусати, жало, тиснуло
Μεταφράσεις: кусати, жало, тиснуло