Κλείσιμο στα ουκρανικά
Μετάφραση: κλείσιμο, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
припинення, закриття
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κλείσιμο
κλείσιμο επιστολής, κλείσιμο σχολείων 2014, κλείσιμο βιβλίων ελεύθερου επαγγελματία, κλείσιμο βιβλίων, κλείσιμο σχολείων για πάσχα 2014, κλείσιμο λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κλείσιμο στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- κλασσικός στα ουκρανικά - класичний, античний, класична, класичні, Классическая, класичне
- κλαψιάρικος στα ουκρανικά - klapsiarikos
- κλειδί στα ουκρανικά - нить, ключ, доказ, нитка, литавра
- κλειδαριά στα ουκρανικά - місцеположення, замкнути, зачинити, заперти
Τυχαίες λέξεις
Κλείσιμο στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: припинення, закриття
Μεταφράσεις: припинення, закриття