Κοντολογίς στα ουκρανικά
Μετάφραση: κοντολογίς, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
стисло, коротко, коротенько
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοντολογίς
κοντολογίς blog, κοντολογίς συνώνυμα, κοντολογίς προταση, κοντολογίς λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κοντολογίς στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- κονταίνω στα ουκρανικά - скоротіться, урізувати, вкорочувати, укорочувати, позбавити, скорочувати, скорочуватиме, ...
- κοντινός στα ουκρανικά - сусідній, суміжний, близько, близьке, наближеним
- κοντός στα ουκρανικά - низький, невеликий, короткий, менше, коротенький, коротка, короткою, ...
- κοπάδι στα ουκρανικά - мілину, стадо, група, пасти, мілина, череду, юрба, ...
Τυχαίες λέξεις
Κοντολογίς στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: стисло, коротко, коротенько
Μεταφράσεις: стисло, коротко, коротенько