Κρίσιμος στα ουκρανικά
Μετάφραση: κρίσιμος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
критичний, вирішальний, критичного, критичну
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κρίσιμος
κρίσιμος συνώνυμο, κρίσιμος αριθμός reynolds, κρίσιμος αριθμός reynolds για περίπτωση ανοικτού και κλειστού αγωγού, κρίσιμος συνώνυμα, κρίσιμος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κρίσιμος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- κρίνω στα ουκρανικά - вважайте, вважати, суддя
- κρίση στα ουκρανικά - розсудливий, криза, кризу, кризи
- κραγιόνι στα ουκρανικά - пастель, кольоровий, кольорової, кольорового, кольоровою, цвітної
- κραδαίνω στα ουκρανικά - присмак, цвісти, квітнути, процвітання, буяти, розмахувати, вимахувати, ...
Τυχαίες λέξεις
Κρίσιμος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: критичний, вирішальний, критичного, критичну
Μεταφράσεις: критичний, вирішальний, критичного, критичну