Вирішальний στα ελληνικά
Μετάφραση: вирішальний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κρίσιμος, ζωτικός, καθοριστικός, αποφασιστικός, αποκαλυπτικός, αποφασιστική, αποφασιστικό, καθοριστικό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вирізувати στα ελληνικά - γλύφω, λαξεύω, σκαλίζω, κόβω, κοπεί, κομμένες, κόψτε, ...
- вирізьбити στα ελληνικά - λαξεύω, γλύφω, σκαλίζω, vyrizbyty
- вирішений στα ελληνικά - επιλυθεί, επιλυθούν, επιλύονται, λυθεί, επίλυση
- вирішення στα ελληνικά - βραβείο, απονέμω, κατακυρώνω, ψήφισμα, ανάλυση, ψηφίσματος, ψήφισμά, ...
Τυχαίες λέξεις
Вирішальний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κρίσιμος, ζωτικός, καθοριστικός, αποφασιστικός, αποκαλυπτικός, αποφασιστική, αποφασιστικό, καθοριστικό
Μεταφράσεις: κρίσιμος, ζωτικός, καθοριστικός, αποφασιστικός, αποκαλυπτικός, αποφασιστική, αποφασιστικό, καθοριστικό