Λάβαρο στα ουκρανικά
Μετάφραση: λάβαρο, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
зависнути, хвіст, стяг, зменшуватись, зменшуватися, прапор, банер, баннер
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λάβαρο
λάβαρο επανάστασης 1821, λάβαρο της επαναστάσεως, λάβαρο του αγίου ανδρέα, λάβαρο ετυμολογία, λάβαρο τησ ουρ, λάβαρο λεξικό γλώσσας ουκρανικά, λάβαρο στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- κώμα στα ουκρανικά - кома, крона, грудки, крон, кулі
- κώνος στα ουκρανικά - гуля, ґуля, шишка, конус
- λάδωμα στα ουκρανικά - хабарництво, мастило, змащення, змазка, змащування, смазка
- λάθος στα ουκρανικά - інкорпорація, увімкнення, брехливий, ухилення, помилково, омана, вина, ...
Τυχαίες λέξεις
Λάβαρο στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: зависнути, хвіст, стяг, зменшуватись, зменшуватися, прапор, банер, баннер
Μεταφράσεις: зависнути, хвіст, стяг, зменшуватись, зменшуватися, прапор, банер, баннер