Зменшуватись στα ελληνικά
Μετάφραση: зменшуватись, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ερημώνω, υπουργός, σημαία, ιερέας, μπαϊράκι, λάβαρο, συρρικνώνομαι, μείωση, μειωθεί, μειώσει, μειώσετε, μειώνουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- зменшування στα ελληνικά - μείωση, ελάττωση, diminishment
- зменшувати στα ελληνικά - ανακουφίζω, ιερέας, συντομεύω, υπουργός, κατευνάζω, μειώσει, να μειώσει, ...
- зменшуватися στα ελληνικά - υπουργός, μείωση, ιερέας, μπαϊράκι, ερημώνω, λάβαρο, σημαία, ...
- змова στα ελληνικά - συνωμοσία, συμπαιγνία, συνωμοσίας, συνομωσία, συνομωσίας, συνωμοσία για
Τυχαίες λέξεις
Зменшуватись στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ερημώνω, υπουργός, σημαία, ιερέας, μπαϊράκι, λάβαρο, συρρικνώνομαι, μείωση, μειωθεί, μειώσει, μειώσετε, μειώνουν
Μεταφράσεις: ερημώνω, υπουργός, σημαία, ιερέας, μπαϊράκι, λάβαρο, συρρικνώνομαι, μείωση, μειωθεί, μειώσει, μειώσετε, μειώνουν