Μάχη στα ουκρανικά

Μετάφραση: μάχη, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
відгодовувати, битва, воювати, удобрювати, бій, війна
Μάχη στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μάχη

μάχη των πλαταιών, μάχη στο βαλτέτσι, μάχη του σομ, μάχη στους μύλους, μάχη του σκρα, μάχη λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μάχη στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • μάτι στα ουκρανικά - потічок, око, вушко, розглядати, отвір, струмочок, петелька, ...
  • μάτσο στα ουκρανικά - букет, пучок, групувати, гроно, в'язка, жмутик, кетяг, ...
  • μάχομαι στα ουκρανικά - боротьба, боротьби
  • μέγαιρα στα ουκρανικά - вівісекції, землерийка
Τυχαίες λέξεις
Μάχη στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: відгодовувати, битва, воювати, удобрювати, бій, війна