Μάχη στα βουλγαρικά
Μετάφραση: μάχη, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
стълкновение, конфликт, сражение, бой, противоречие, битка, битката, борба
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μάχη
μάχη των πλαταιών, μάχη στο βαλτέτσι, μάχη του σομ, μάχη στους μύλους, μάχη του σκρα, μάχη λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, μάχη στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- μάτι στα βουλγαρικά - око, глад, очите, окото, очи, на очите
- μάτσο στα βουλγαρικά - китка, куп, няколко, букет, връзка
- μάχομαι στα βουλγαρικά - сражение, борба, битка, бой, борбата, двубой
- μέγαιρα στα βουλγαρικά - земеровка, опърничава жена, зла жена, опърничавата, заядлива
Τυχαίες λέξεις
Μάχη στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: стълкновение, конфликт, сражение, бой, противоречие, битка, битката, борба
Μεταφράσεις: стълкновение, конфликт, сражение, бой, противоречие, битка, битката, борба