Μαζεμένος στα ουκρανικά

Μετάφραση: μαζεμένος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
скромний, стриманий, серйозний, приємний, приємна, приємне
Μαζεμένος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μαζεμένος

μαζεμένοσ μυτιλήνη, μαζεμένος χαλιά, μαζεμένος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μαζεμένος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • μαδώ στα ουκρανικά - виверт, запліснявілий, справа, діло, пліснявий, справу, линька, ...
  • μαζί στα ουκρανικά - зачарування, вдвох, разом, підряд, удвох
  • μαζεύομαι στα ουκρανικά - набирати, збиратися, набрати, с'ежіваться, зіщулюватися, скорочуватиметься
  • μαζεύω στα ουκρανικά - убирати, набрати, згорніть, збиратися, збирати, протикати, поратись, ...
Τυχαίες λέξεις
Μαζεμένος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: скромний, стриманий, серйозний, приємний, приємна, приємне