Μαζικός στα ουκρανικά
Μετάφραση: μαζικός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
бал-маскарад, маса, безліч
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μαζικός
μαζικός αδένας, μαζικός αθλητισμός ορισμός, μαζικός αριθμός, μαζικός αθλητισμός, μαζικός αθλητισμός 2013, μαζικός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μαζικός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- μαζεύομαι στα ουκρανικά - набирати, збиратися, набрати, с'ежіваться, зіщулюватися, скорочуватиметься
- μαζεύω στα ουκρανικά - убирати, набрати, згорніть, збиратися, збирати, протикати, поратись, ...
- μαθήτρια στα ουκρανικά - лялечки, школярка, школьница
- μαθηματικά στα ουκρανικά - математика, арифметичний, арифметика, математики
Τυχαίες λέξεις
Μαζικός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: бал-маскарад, маса, безліч
Μεταφράσεις: бал-маскарад, маса, безліч