Μαλακώνω στα ουκρανικά

Μετάφραση: μαλακώνω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
пом'якшити, пом'якшувати, пом'якшіться, зм'якшувати, пом'якшуватиме
Μαλακώνω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μαλακώνω

μαλακώνω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μαλακώνω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • μαλακά στα ουκρανικά - спокійно, ніжно, нині-спокійно, м'яко, тихо-тихо, м`яко, лагідно
  • μαλακός στα ουκρανικά - молодій, слабохарактерний, молодої, уразливий, чуттєвий, слабкий, молодий, ...
  • μαλθακός στα ουκρανικά - увічливий, чуттєвий, навчання, витончений, хворобливий, зніжений, зніжений чи
  • μαλλί στα ουκρανικά - залицяння, залицятися, упадання, шерсть, вовна, вовну
Τυχαίες λέξεις
Μαλακώνω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: пом'якшити, пом'якшувати, пом'якшіться, зм'якшувати, пом'якшуватиме