Μοναχός στα ουκρανικά
Μετάφραση: μοναχός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
один, самотній, сам, виключно, одні, єдиний, монах, чернець
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μοναχός
μοναχός ιωσήφ, μοναχός μωυσής αγιορείτης, μοναχός παίσιος, μοναχός τραγουδιστής, μοναχός σου χόρευε κι όσο θέλεις πήδα, μοναχός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μοναχός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- μοναξιά στα ουκρανικά - самітний, усамітнений, самотність, усамітнення, самотньо, самоту, самота, ...
- μοναχικός στα ουκρανικά - індивідуаліст, самотній, лондонець, одинокий, я Одинокий, самотня
- μονοκόμματος στα ουκρανικά - різкий, брутальний, тупий, грубий, один, одна, одне, ...
- μονομαχία στα ουκρανικά - поєдинок, двобій
Τυχαίες λέξεις
Μοναχός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: один, самотній, сам, виключно, одні, єдиний, монах, чернець
Μεταφράσεις: один, самотній, сам, виключно, одні, єдиний, монах, чернець