Ντουέτο στα ουκρανικά
Μετάφραση: ντουέτο, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
дует
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ντουέτο
χατζηγιάννης ντουέτο, ντουέτο των λουλουδιών, ντουέτο 2013, σόλο ντουέτο, ντουέτο μπαμπά - κόρης γοητεύει το διαδίκτυο, ντουέτο λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ντουέτο στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ντομάτα στα ουκρανικά - помідор, помідорів, томат, томатний
- ντοπάρω στα ουκρανικά - наркотик, одурманювати, допінг
- ντουλάπα στα ουκρανικά - наглядачка, шафу, стінна шафа, стінну шафу
- ντουλάπι στα ουκρανικά - сервант, шафа, буфет, шафу, шкаф
Τυχαίες λέξεις
Ντουέτο στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: дует
Μεταφράσεις: дует