Ξυπνώ στα ουκρανικά
Μετάφραση: ξυπνώ, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
будити, розбудити, прокиньтеся, розбуджувати, збудити, прокинутися
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξυπνώ
ξυπνώ συνώνυμα, ξυπνώ τη χαραυγή, ξυπνώ και βλέπω σίδερα, ξυπνώ με την αυγούλα, ξυπνώ παρατατικός, ξυπνώ λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ξυπνώ στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ξυλεία στα ουκρανικά - ліс, деревина, лісоматеріал, лісоматеріали
- ξυλώδης στα ουκρανικά - лінія, деревне, деревний, дерев'яний, дерев'яне, деревинне
- ξυράφι στα ουκρανικά - знесення, бритва
- ξυρίζομαι στα ουκρανικά - поголити, зрізати, електробритва, голитися, голити, брити, брить
Τυχαίες λέξεις
Ξυπνώ στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: будити, розбудити, прокиньтеся, розбуджувати, збудити, прокинутися
Μεταφράσεις: будити, розбудити, прокиньтеся, розбуджувати, збудити, прокинутися