Παλούκι στα ουκρανικά
Μετάφραση: παλούκι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
пікетник, прив'язувати, пікет, полюс
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παλούκι
παλούκι camping, κτήμα παλούκι, παλούκι αμαλιάδα, παλούκι λουκ, παλούκι αμαλιάδας, παλούκι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, παλούκι στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- παλλόμενος στα ουκρανικά - поразку, збивання, пороття, побої, поразка, пульсуючий, пульсуюче, ...
- παλμός στα ουκρανικά - хвилювання, збентеження, биття, пульсація, пульсуючий
- παλτό στα ουκρανικά - пальті, покрити, пальто, пальтом, шинель, пальт, пальтах, ...
- παμφάγος στα ουκρανικά - всеїдний, усеїдний, всеїдна, Всеїдного
Τυχαίες λέξεις
Παλούκι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: пікетник, прив'язувати, пікет, полюс
Μεταφράσεις: пікетник, прив'язувати, пікет, полюс