Πομπώδης στα ουκρανικά

Μετάφραση: πομπώδης, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
пихатий, бундючний, пихата, набундючений
Πομπώδης στα ουκρανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πομπώδης

πομπώδης συνώνυμα, πομπώδης λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πομπώδης στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • πολύχρωμος στα ουκρανικά - барвистий, багатобарвний, Багатокольоровий, багатоколірний, різнокольоровий, кольорової
  • πομπός στα ουκρανικά - відправник, радіопередавач, передавач, передатчик
  • πονηριά στα ουκρανικά - відмовляти, несправність, лукавство, хитрість, хитрощі
  • πονηρός στα ουκρανικά - лукавий, спритний, спритність, хитрий, підступний, ловкий, вправний, ...
Τυχαίες λέξεις
Πομπώδης στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: пихатий, бундючний, пихата, набундючений