Πόα στα ουκρανικά
Μετάφραση: πόα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
пастись, трав'яний, підстрелити, трава, дерен, мох, мохи, лишайник
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πόα
η πόα, πολυετής πόα, πόα σημασια, πόα φυτα, πόα νεπέτα, πόα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πόα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- πυρόξανθος στα ουκρανικά - каштановий, золотисто-
- πως στα ουκρανικά - як, що
- πόδι στα ουκρανικά - лівша, ступня, фут, нога, людина, підніжжя, сошник, ...
- πόδια στα ουκρανικά - ноги, ступні
Τυχαίες λέξεις
Πόα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: пастись, трав'яний, підстрелити, трава, дерен, мох, мохи, лишайник
Μεταφράσεις: пастись, трав'яний, підстрелити, трава, дерен, мох, мохи, лишайник