Ράγισμα στα ουκρανικά
Μετάφραση: ράγισμα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
тріск, порепатися, тріснути, тріскатися, тріщина, розтріскування, розтріскуванню
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ράγισμα
ράγισμα ισχίου, ράγισμα στα πλευρά, ράγισμα λεκάνης, ράγισμα περόνης, ράγισμα πλευρών, ράγισμα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ράγισμα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ράβδωση στα ουκρανικά - смуга, полоса, шпальта
- ράβω στα ουκρανικά - стібати, гаптувати, вишивати, пришийте, шов, шити, спускати, ...
- ράδιο στα ουκρανικά - радіуси, радіо, радио
- ράθυμος στα ουκρανικά - безтурботний, байдужний, байдужий, навчання, недбалий, лінощі, лінивство, ...
Τυχαίες λέξεις
Ράγισμα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: тріск, порепатися, тріснути, тріскатися, тріщина, розтріскування, розтріскуванню
Μεταφράσεις: тріск, порепатися, тріснути, тріскатися, тріщина, розтріскування, розтріскуванню