Ράγισμα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ράγισμα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
quebrar, rachadura, rachar, partir, craqueamento, rachando, fissuração, rachaduras
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ράγισμα
ράγισμα ισχίου, ράγισμα στα πλευρά, ράγισμα λεκάνης, ράγισμα περόνης, ράγισμα πλευρών, ράγισμα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ράγισμα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ράβδωση στα πορτογαλικά - tira, faixa, risca, desautorizar, bando, estria, barra, ...
- ράβω στα πορτογαλικά - costurar, ponto, coser, sevilha, incitar, sew, costure, ...
- ράδιο στα πορτογαλικά - rádio, radical, de rádio, radio, o rádio
- ράθυμος στα πορτογαλικά - indolência, a indolência, indolence, preguiça, ociosidade
Τυχαίες λέξεις
Ράγισμα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: quebrar, rachadura, rachar, partir, craqueamento, rachando, fissuração, rachaduras
Μεταφράσεις: quebrar, rachadura, rachar, partir, craqueamento, rachando, fissuração, rachaduras