Συντελεστής στα ουκρανικά

Μετάφραση: συντελεστής, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
посередник, чинник, фактор, агент, комісіонер
Συντελεστής στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συντελεστής

συντελεστής μεταβλητότητας, συντελεστής τκ 2014, συντελεστής ισχύος, συντελεστής λ 2014, συντελεστής δόμησης, συντελεστής λεξικό γλώσσας ουκρανικά, συντελεστής στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • συνταξιούχος στα ουκρανικά - пенсіонер, студент, у відставці
  • συνταρακτικός στα ουκρανικά - помішування, огидний, найогидніший, огидне
  • συντεταγμένη στα ουκρανικά - скоординувати, координувати, координата, координуватиме, координуватимуть
  • συντεχνία στα ουκρανικά - цех, корпорація, профспілку, організування, об'єднання, організовування, гільдія, ...
Τυχαίες λέξεις
Συντελεστής στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: посередник, чинник, фактор, агент, комісіонер