Σύνεση στα ουκρανικά

Μετάφραση: σύνεση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
металічний, витривалий, твердий, жорсткий, міцний, обережність, обережності, обережними, обережним, обережні
Σύνεση στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σύνεση

σύνεση αντώνυμο, σύνεση αγγλικα, σύνεση ορισμος, σύνεση σημασία, σύνεση αντίθετο, σύνεση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, σύνεση στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • σύνδεσμος στα ουκρανικά - злука, злуку, поєднання, стікання, з'єднання, підйоми, посилання, ...
  • σύνδρομο στα ουκρανικά - синдром
  • σύνθεση στα ουκρανικά - злуку, побудова, компроміс, злука, вдачу, вдача, склад, ...
  • σύνθετος στα ουκρανικά - сполучення, комплекс, злуку, склад, складний, становити, комплексний, ...
Τυχαίες λέξεις
Σύνεση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: металічний, витривалий, твердий, жорсткий, міцний, обережність, обережності, обережними, обережним, обережні