Υπερφορτώνω στα ουκρανικά

Μετάφραση: υπερφορτώνω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
перевантаження, навантаження, перенавантаження
Υπερφορτώνω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υπερφορτώνω

υπερφορτώνω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, υπερφορτώνω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • υπερπληθυσμός στα ουκρανικά - перенаселеність, перенаселення, перенаселеності
  • υπερπόντιος στα ουκρανικά - по-заморському, заокеанський, за кордоном, за рубежем, там
  • υπερχείλιση στα ουκρανικά - затоплювати, затопити, переливатись, переповнення, переповнювання
  • υπερόπτης στα ουκρανικά - гордовитий, бундючний, віддалік, горища, зухвалий, пихатий, зарозумілий, ...
Τυχαίες λέξεις
Υπερφορτώνω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: перевантаження, навантаження, перенавантаження