Φαρμακοποιός στα ουκρανικά
Μετάφραση: φαρμακοποιός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
хімік, аптекар, фармацевт, аптекарь
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φαρμακοποιός
φαρμακοποιός αυτοκτόνησε, φαρμακοποιός ονειροκρίτης, φαρμακοποιόσ ρέντη, φαρμακοποιός σύζυγος παρουσιάστριας, φαρμακοποιόσ θεαγένειο, φαρμακοποιός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, φαρμακοποιός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- φαρμακερός στα ουκρανικά - отруйність, venomed
- φαρμακευτικός στα ουκρανικά - фармацевтичний, фармацевтична, фармацевтичне, Фармацевтическая
- φασαρία στα ουκρανικά - безладдя, відразу, метушня, клопіт, суєта, галас, горе, ...
- φασιανός στα ουκρανικά - фазан
Τυχαίες λέξεις
Φαρμακοποιός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: хімік, аптекар, фармацевт, аптекарь
Μεταφράσεις: хімік, аптекар, фармацевт, аптекарь