Φτώχεια στα ουκρανικά
Μετάφραση: φτώχεια, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
незадоволений, бідність, злидні, убогість
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φτώχεια
φτώχεια έκθεση, φτώχεια κοινωνικός αποκλεισμός και παιδική ηλικία, φτώχεια αίτια, φτώχεια ελλάδα, φτώχεια έρως και κομπίνα, φτώχεια λεξικό γλώσσας ουκρανικά, φτώχεια στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- φτωχός στα ουκρανικά - неміцний, корми, несталий, бідні, найбідніші, бідних
- φτύνω στα ουκρανικά - тріскотіти, штик, мрячити, висловлювати, шомпол, викашлівает
- φυγάς στα ουκρανικά - вигнанець, виганяти, втікач, дезертир, утікач, беглец, втікача
- φυγή στα ουκρανικά - ланка, зграя, ланку, політ, перельоту, поле, полет
Τυχαίες λέξεις
Φτώχεια στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: незадоволений, бідність, злидні, убогість
Μεταφράσεις: незадоволений, бідність, злидні, убогість