Φυλάω στα ουκρανικά

Μετάφραση: φυλάω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
укладати, міліція, захисник, наповнювати, набивати, пильнувати, укладіть, охороняти, варта, Я
Φυλάω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φυλάω

φυλάω συνωνυμα, φυλάω βικιλεξικό, φυλάω τα νώτα μου, φυλάμε θερμοπύλες, φυλάω σκοπιά, φυλάω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, φυλάω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • φυλάκιση στα ουκρανικά - позбавлення волі, позбавлення волі на
  • φυλάξου στα ουκρανικά - манірно, остерігатися, стерегтися, остерігатись
  • φυλή στα ουκρανικά - клан, компанія, плем'я, гонка, перегони, змагання
  • φυλακή στα ουκρανικά - ягуари, в'язниця, тюрма, тюрьма, в`язниця, в'язницю
Τυχαίες λέξεις
Φυλάω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: укладати, міліція, захисник, наповнювати, набивати, пильнувати, укладіть, охороняти, варта, Я