Χρηματιστής στα ουκρανικά

Μετάφραση: χρηματιστής, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
брокер, біржовий, біржової, біржовій, біржового, біржовою
Χρηματιστής στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χρηματιστής

χρηματιστής με τις πυτζάμες, χρηματιστήσ χρόνου, τσαπανίδου χρηματιστής, επάγγελμα χρηματιστής, χρηματιστήσ νίκοσ ιατρού, χρηματιστής λεξικό γλώσσας ουκρανικά, χρηματιστής στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • χρειάζομαι στα ουκρανικά - потреба, прохання, попит, потребувати, запропонувати, запитувати, вимагати, ...
  • χρεοκοπημένος στα ουκρανικά - банкрут, банкрот
  • χρηματοδοτώ στα ουκρανικά - фінансувати, профінансувати, фінанси
  • χρηματοδότηση στα ουκρανικά - фінансування, субсидія
Τυχαίες λέξεις
Χρηματιστής στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: брокер, біржовий, біржової, біржовій, біржового, біржовою