Χρηματιστής στα σουηδικά
Μετάφραση: χρηματιστής, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
börsmäklare, börsmäklaren, aktiemäklare, fondkommissionär, mäklare
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χρηματιστής
χρηματιστής με τις πυτζάμες, χρηματιστήσ χρόνου, τσαπανίδου χρηματιστής, επάγγελμα χρηματιστής, χρηματιστήσ νίκοσ ιατρού, χρηματιστής λεξικό γλώσσας σουηδικά, χρηματιστής στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- χρειάζομαι στα σουηδικά - behöva, erfordra, nöd, behov, behöver, måste, bör, ...
- χρεοκοπημένος στα σουηδικά - konkurs, bankrutt, i konkurs
- χρηματοδοτώ στα σουηδικά - finans, finansiering, finansierings
- χρηματοδότηση στα σουηδικά - finansiering, finansieringen, finansierings, finansiering av
Τυχαίες λέξεις
Χρηματιστής στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: börsmäklare, börsmäklaren, aktiemäklare, fondkommissionär, mäklare
Μεταφράσεις: börsmäklare, börsmäklaren, aktiemäklare, fondkommissionär, mäklare