Αμάλγαμα στα πολωνικά
Μετάφραση: αμάλγαμα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
amalgamat, amalgamatu, połączeniem, amalgamatem, amalgam
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμάλγαμα
αμάλγαμα λεξικό γλώσσας πολωνικά, αμάλγαμα στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- αλύγιστος στα πολωνικά - oficjalny, ciężko, ciężki, twardy, sztywny, silny, sztywniak, ...
- αμάθεια στα πολωνικά - ignorancja, nieznajomość, ciemnota, nieuctwo, niewiedza, nieświadomość, nieobeznanie
- αμάξωμα στα πολωνικά - karoseria, podwozie, nadwozie, rama, podwozia, obudowy, chassis
- αμάραντος στα πολωνικά - amarant, szarłat, amarantu, amaranth, amarantus
Τυχαίες λέξεις
Αμάλγαμα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: amalgamat, amalgamatu, połączeniem, amalgamatem, amalgam
Μεταφράσεις: amalgamat, amalgamatu, połączeniem, amalgamatem, amalgam