Αταβισμός στα πολωνικά
Μετάφραση: αταβισμός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
atawistyczny, atawizm, atavism, atawizmem
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αταβισμός
αταβισμός ετυμολογια, αταβισμός ορισμος, αριβισμός συνωνυμο, αταβισμός εννοια, πολιτικός αριβισμός, αταβισμός λεξικό γλώσσας πολωνικά, αταβισμός στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- ατάσθαλος στα πολωνικά - niedbały, nieopatrzny, nierozważny, beztroski, ruchliwy, ryzykancki, nieostrożny, ...
- ατέλεια στα πολωνικά - rozpadać, rysa, nieskazitelny, skaza, ułomność, łupać, błąd, ...
- αταβιστικός στα πολωνικά - atawistyczny, atawistyczne, atawistycznym, atawistycznej
- αταξία στα πολωνικά - roztrzepać, dolegliwość, rozstrój, bałagan, nieład, rozwichrzyć, choroba, ...
Τυχαίες λέξεις
Αταβισμός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: atawistyczny, atawizm, atavism, atawizmem
Μεταφράσεις: atawistyczny, atawizm, atavism, atawizmem