Λέξη: χαμός

Σχετικές λέξεις: χαμός

χαμός θα γίνει μενιδιάτης, χαμός στον αέρα του «the voice» η ατάκα που έκανε έξαλλη τη μελίνα, χαμός θα γίνει ρεφρέν, χαμός θα γίνει στίχοι, χαμός στο internet με το κόλπο-πείραμα για δωρέαν ηλεκτρισμό, χαμός στο διαδίκτυο με το σέξι ατύχημα πασίγνωστης τραγουδίστριας, χαμός στον αέρα του «the voice» η ατάκα που έκανε έξαλλη τη μελίνα video, χαμός θα γίνει, χαμός στο ίσιωμα, χαμός στον αέρα με άδωνι και τράγκα

Συνώνυμα: χαμός

μοίρα, καταδίκη, μοιραίο, απώλεια, ζημιά, χασούρα, χάσιμο, πτώση

Μεταφράσεις: χαμός

χαμός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
loss, doom, dead, mess

χαμός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
merma, quiebra, daño, perdida, pérdida, perdición, condenación, doom, fatalidad, condena

χαμός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
ausfall, defizit, verlust, einbuße, Untergang, Schicksal, Verhängnis, Verderben

χαμός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
défaite, déficit, déconfiture, déchet, déperdition, perdition, perte, coulage, privation, déchets, destin, ruine, mort, condamner

χαμός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
smarrimento, scapito, perdita, destino, Doom, castigo, sventura, rovina

χαμός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
abismar-se, perdas, perda, défice, condenação, destruição, ruína, destino, desgraça

χαμός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
vermissing, nadeel, deficit, tekort, verlies, schade, ondergang, noodlot, doom, onheil, kommer

χαμός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
утечка, урон, потеря, убыль, повреждение, пропажа, смыв, убыток, утрата, крушение, ущерб, утеря, проигрыш, изъян, гибель, дум, судьба, рок

χαμός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
tap, doom, undergang, dom, undergangen, dommedag

χαμός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
förlust, undergång, doom, doomen, jämmer, domedags

χαμός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
haitta, häviö, vajaus, kato, tappio, hukka, menetys, hävikki, vahinko, tuho, tuomio, doom, doomia, tuomiopäivän

χαμός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
tab, doom, undergang, dommedag, dommedagsprofeterne, skæbne

χαμός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
porážka, ztráta, škoda, prodělek, prohra, osud, doom, zkáza, zkázy, osudu

χαμός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zatrata, szwank, ubycie, zguba, ubytek, zaginięcie, porażka, strata, perta, utrata, fatum, los, przeznaczenie, zatracenie, kara

χαμός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
elkallódás, veszteség, elveszés, végzet, Doom, a Doom, végzete, végzetét

χαμός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kayıp, zarar, hasar, kader, azap, Doom, azabı, of Doom

χαμός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
програш, загибель, загибелі, смерть

χαμός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
humbje, dënim, fundi i botës, dënoj, fatkeqësi, fat

χαμός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
загуби, потеря, гибел, Doom, Дуум, обреченост, съдба

χαμός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
гібель, пагібель, згуба, згубу, смерць

χαμός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kaotus, kadu, hukatus, doom, karistus, hukatusest, karistuse

χαμός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
gubitak, gubitka, propadanje, šteta, sudbina, Doom, propast, usud, udesa

χαμός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
halli, Doom, Örlögin

χαμός στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
detrimentum, calamitas, damnum

χαμός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nuostoliai, netektis, nuostolis, lemtis, Doom, bausmė, pražūtis, pasmerkimas

χαμός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
zaudējums, liktenis, notiesāt, posts, doom, spriedums

χαμός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
несреќата, осуденост, пропаста, кобта, пропаст

χαμός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
pierdere, osândă, doom, soarta, moarte

χαμός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
doom, Udes, pogubo, obsodba, Usoda

χαμός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
zaráta, osud, osudu

Στατιστικά δημοτικότητας: χαμός

Τυχαίες λέξεις