Βελανιδιά στα πολωνικά
Μετάφραση: βελανιδιά, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dąb, dębowy, Oak, dębu, dębowe
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βελανιδιά
βελανιδιά φυλλοβόλο, βελανιδιά ανθοπωλείο, βελανιδιά του σικελιανού, βελανιδιά τυροπιτες, βελανιδιά αργολίδας, βελανιδιά λεξικό γλώσσας πολωνικά, βελανιδιά στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- βελάζω στα πολωνικά - beczenie, beczeć, bek, biadolenie, beczą, odbeczeć
- βελανίδι στα πολωνικά - żołądź, acorn, żołędzi, żołędzie, żołędzia
- βελονισμός στα πολωνικά - akupunktura, akupunktury, Acupuncture, akupunkturę, akupunktur
- βελούδινος στα πολωνικά - welwet, welur, aksamit, aksamitny, velvet, aksamitna
Τυχαίες λέξεις
Βελανιδιά στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: dąb, dębowy, Oak, dębu, dębowe
Μεταφράσεις: dąb, dębowy, Oak, dębu, dębowe