Κορυφή στα πολωνικά

Μετάφραση: κορυφή, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
bąk, zabawka, góra, pik, wierzch, top, czubek, szczytowanie, wierzchołek, powierzchnia, iglica, zmarnieć, wieczko, szczyt, górny, punkt
Κορυφή στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κορυφή

κορυφή φροντιστήριο, κορυφή ρετζίκι, κορυφή χαριλάου, κορυφή ολύμπου, κορυφή των αλπεων, κορυφή λεξικό γλώσσας πολωνικά, κορυφή στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • κορσέ στα πολωνικά - gorset, corset, gorsetu, gorsetowego, gorset ze
  • κορυδαλλός στα πολωνικά - psocić, brać, kawał, skowronek, nabrać, swawolić, figiel, ...
  • κορυφαίος στα πολωνικά - paliw, pierwszoplanowy, wyprzedzający, główny, prowadzący, kierowniczy, ołowiowanie, ...
  • κορυφογραμμή στα πολωνικά - skiba, kalenica, grań, grzbiet, redlina, brzeg, prążkować, ...
Τυχαίες λέξεις
Κορυφή στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: bąk, zabawka, góra, pik, wierzch, top, czubek, szczytowanie, wierzchołek, powierzchnia, iglica, zmarnieć, wieczko, szczyt, górny, punkt