Λειτουργικός στα πολωνικά
Μετάφραση: λειτουργικός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
czynnościowy, funkcjonalny, sprawny, funkcjonalizm, operatorowy, operacyjny, funkcjonalne, funkcjonalna, funkcjonalną
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λειτουργικός
λειτουργικός γραμματισμός, λειτουργικός κύκλος, λειτουργικός αναλφαβητισμός, λειτουργικός προγραμματισμός, λειτουργικός αναλφαβητισμός ορισμος, λειτουργικός λεξικό γλώσσας πολωνικά, λειτουργικός στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- λειαίνω στα πολωνικά - wycierać, przecierać, ścierać, ocierać, otrzeć, przetrzeć, zeszlifować, ...
- λειτουργία στα πολωνικά - zadanie, akcja, czynność, obsługa, operacja, funkcjonować, funkcja, ...
- λειτουργώ στα πολωνικά - zadziałać, funkcjonować, eksploatować, obsługiwać, możliwość, pracować, operować, ...
- λειχήνες στα πολωνικά - porost, porosty, porostów, Lichens
Τυχαίες λέξεις
Λειτουργικός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: czynnościowy, funkcjonalny, sprawny, funkcjonalizm, operatorowy, operacyjny, funkcjonalne, funkcjonalna, funkcjonalną
Μεταφράσεις: czynnościowy, funkcjonalny, sprawny, funkcjonalizm, operatorowy, operacyjny, funkcjonalne, funkcjonalna, funkcjonalną