Συνεργασία στα πολωνικά

Μετάφραση: συνεργασία, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pomoc, partnerstwo, kolaboracja, współpraca, spółdzielczość, współudział, wspólnota, współdziałanie, spółka, kooperacja, współpracy, współpracę, o współpracy
Συνεργασία στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνεργασία

συνεργασία δυμαίων πολιτών, συνεργασία 2011, συνεργασία αγγλικά, συνεργασία πολιτών για δημοκρατική μαχητική αυτοδιοίκηση, συνεργασία συνώνυμα, συνεργασία λεξικό γλώσσας πολωνικά, συνεργασία στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • συνεργάσιμος στα πολωνικά - uczynny, spółdzielnia, spółdzielczy, wspólny, pomocny, spółdzielni, spółdzielnię, ...
  • συνεργάτης στα πολωνικά - współpracownik, ofiarodawca, udziałowiec, wkład, czynnikiem, przyczynia, przyczynia się
  • συνεργός στα πολωνικά - współsprawca, akcesoria, przybory, dodatek, wyposażenie, osprzęt, wspólnik, ...
  • συνεσταλμένος στα πολωνικά - trwożliwy, trwożny, płochliwy, wstydliwy, nieśmiały, rzucać, pierzchliwy, ...
Τυχαίες λέξεις
Συνεργασία στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: pomoc, partnerstwo, kolaboracja, współpraca, spółdzielczość, współudział, wspólnota, współdziałanie, spółka, kooperacja, współpracy, współpracę, o współpracy