Αλλά στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αλλά, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
contudo, somente, só, embora, apenas, mas, porém, senão
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αλλά
αλλά φευ, αλλά τα βράδια, αλλά συνώνυμα, αλλά δείτε και την πετρούλα, αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού, αλλά λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αλλά στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- αλκοολισμός στα πορτογαλικά - alcoolismo, o alcoolismo, alcoholism, do alcoolismo, etilismo
- αλκοόλ στα πορτογαλικά - álcool, álcoois, de álcool, o álcool, do álcool, �cool
- αλλάζω στα πορτογαλικά - deslocamento, interruptor, tornar, alterar, mudança, trocar, altere, ...
- αλλαγή στα πορτογαλικά - suíço, substituição, interruptor, mudança, alteração, alterações, mudanças, ...
Τυχαίες λέξεις
Αλλά στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: contudo, somente, só, embora, apenas, mas, porém, senão
Μεταφράσεις: contudo, somente, só, embora, apenas, mas, porém, senão