Αλλά στα ολλανδικά

Μετάφραση: αλλά, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
alleen, enkel, pas, maar, doch, slechts, uitsluitend
Αλλά στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αλλά

αλλά φευ, αλλά τα βράδια, αλλά συνώνυμα, αλλά δείτε και την πετρούλα, αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού, αλλά λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αλλά στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • αλκοολισμός στα ολλανδικά - alcoholisme, het alcoholisme, van alcoholisme, alcoholisme te
  • αλκοόλ στα ολλανδικά - alcohol, drank, van alcohol, alcoholgebruik
  • αλλάζω στα ολλανδικά - kentering, verloop, wisselen, pasmunt, gard, omkeer, roede, ...
  • αλλαγή στα ολλανδικά - stokje, vervanging, gard, aandoen, inschakelen, aansteken, roede, ...
Τυχαίες λέξεις
Αλλά στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: alleen, enkel, pas, maar, doch, slechts, uitsluitend