Ανάληψη στα πορτογαλικά

Μετάφραση: ανάληψη, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
suposição, hipótese, pressuposto, pressuposto de, assunção
Ανάληψη στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανάληψη

ανάληψη υπηρεσίας, ανάληψη βύρωνα, ανάληψη καθηκόντων νέων δημάρχων, ανάληψη από atm εξωτερικού, ανάληψη πήλιο, ανάληψη λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ανάληψη στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ανάκριση στα πορτογαλικά - indagar, inquirir, averiguar, inquérito, sindicância, inquest, inquérito judicial, ...
  • ανάκτορο στα πορτογαλικά - paquistão, palácio, Palace, palácio de, do palácio, palácio do
  • ανάλογο στα πορτογαλικά - similar, semelhante, semelhantes, similares, parecido
  • ανάλογος στα πορτογαλικά - proporcionado, proporcional, compatível, proporcionais, compatíveis
Τυχαίες λέξεις
Ανάληψη στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: suposição, hipótese, pressuposto, pressuposto de, assunção