Αξιαγάπητος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αξιαγάπητος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
amável, afável, gentil, bondoso, adorável, lovable, amáveis, adoráveis
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αξιαγάπητος
αξιαγάπητος συνώνυμα, αξιαγάπητος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αξιαγάπητος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- αξίωση στα πορτογαλικά - reivindicação, alegação, reclamação, afirmação, crédito
- αξιέπαινος στα πορτογαλικά - louvável, louváveis, benemérita, digno de louvor, praiseworthy
- αξιοθρήνητος στα πορτογαλικά - lamentável, lamentable, lamentáveis, deplorável, lastimável
- αξιοκαταφρόνητος στα πορτογαλικά - desprezível, desprezíveis, vil, despicable, infame
Τυχαίες λέξεις
Αξιαγάπητος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: amável, afável, gentil, bondoso, adorável, lovable, amáveis, adoráveis
Μεταφράσεις: amável, afável, gentil, bondoso, adorável, lovable, amáveis, adoráveis