Απαιτούμενος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: απαιτούμενος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
requisito, requerido, necessária, necessário, necessários
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απαιτούμενος
απαιτούμενος συνώνυμο, απαιτούμενος χρόνος για έκδοση διαβατηρίου, απαιτούμενος αριθμός θέσεων στάθμευσης, απαιτούμενος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, απαιτούμενος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- απαισιοδοξία στα πορτογαλικά - pessimismo, o pessimismo, pessimism, do pessimismo, de pessimismo
- απαισιόδοξος στα πορτογαλικά - sombrio, melancólico, desagradável, nebuloso, pessimista, pessimist, pessimistas, ...
- απαιτώ στα πορτογαλικά - reclamar, requerer, postular, suplicar, pedir, solicitar, exigir, ...
- απαλλάσσω στα πορτογαλικά - desimpedir, absolver, desembaraçar, rico, eximir, livrar, descriminar, ...
Τυχαίες λέξεις
Απαιτούμενος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: requisito, requerido, necessária, necessário, necessários
Μεταφράσεις: requisito, requerido, necessária, necessário, necessários