Απρόσβλητος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: απρόσβλητος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
imune, imortalizar, imunológico, imunitário, imunológica, imunitária
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απρόσβλητος
απρόβλεπτος συνώνυμα, απρόσβλητος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, απρόσβλητος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- απροσδόκητα στα πορτογαλικά - inesperada, impar, inesperadamente, forma inesperada, de forma inesperada, inesperado
- απρόθυμος στα πορτογαλικά - relutante, dispostos, disposto, disposta, sem vontade
- απρόσεκτος στα πορτογαλικά - distraído, descuidado, negligente, descuidada, descuidados, descuido
- απρόσιτος στα πορτογαλικά - inacessível, inacessíveis, acessível, acessíveis
Τυχαίες λέξεις
Απρόσβλητος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: imune, imortalizar, imunológico, imunitário, imunológica, imunitária
Μεταφράσεις: imune, imortalizar, imunológico, imunitário, imunológica, imunitária