Απόκλιση στα πορτογαλικά
Μετάφραση: απόκλιση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
departamento, partida, divergência, divergências, de divergência, a divergência, divergência de
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απόκλιση
απόκλιση στα αγγλικά, απόκλιση βιβλιο, απόκλιση συνώνυμο, απόκλιση public, απόκλιση ταινία, απόκλιση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, απόκλιση στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- απόθεμα στα πορτογαλικά - cá, provisão, sortimento, vulgar, estirpe, sortir, existências, ...
- απόκεντρος στα πορτογαλικά - relançar, distante, remoto, reformar, afastado, periférica, periférico
- απόκοσμος στα πορτογαλικά - esquisito, bizarro, único, isolado, só, excêntrico, estranho, ...
- απόκρημνος στα πορτογαλικά - aço, íngreme, escarpado, íngremes, acentuada, acentuado
Τυχαίες λέξεις
Απόκλιση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: departamento, partida, divergência, divergências, de divergência, a divergência, divergência de
Μεταφράσεις: departamento, partida, divergência, divergências, de divergência, a divergência, divergência de