Αυτόματο στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αυτόματο, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
automático, automática, automáticas, automático de, automática de
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυτόματο
αυτόματο αυτοκίνητο, αυτόματο κείμενο word 2007, αυτόματο πότισμα γκαζόν, αυτόματο πότισμα για γλάστρες, αυτόματο πότισμα, αυτόματο λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αυτόματο στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- αυτό στα πορτογαλικά - este, a, esta, ela, o, trinta, isto, ...
- αυτόγραφο στα πορτογαλικά - autógrafo, autógrafos, de autógrafos, o autógrafo, autograph
- αυτόν στα πορτογαλικά - monte, ele, colina, lhe, o, dele
- αυτόνομος στα πορτογαλικά - autónomo, independente, soberano, autônomo, autónoma, autônoma, autónomos
Τυχαίες λέξεις
Αυτόματο στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: automático, automática, automáticas, automático de, automática de
Μεταφράσεις: automático, automática, automáticas, automático de, automática de