Εικαστικός στα πορτογαλικά

Μετάφραση: εικαστικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
curioso, conjetural, conjectural, conjuntural, conjecturais, conjunturais
Εικαστικός στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εικαστικός

εικαστικός διαγωνισμός 2014, εικαστικός translation, εικαστικός όμιλος καρδίτσας, εικαστικός καλλιτέχνης, εικαστικός κύκλος, εικαστικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εικαστικός στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • εικάζω στα πορτογαλικά - especular, espectador, conjetura, conjectura, conjecturas, conjectura de, conjecturar
  • εικασία στα πορτογαλικά - suposição, acautelar, adivinhar, supor, adivinhação, conjecturas, conjeturas, ...
  • εικονογράφηση στα πορτογαλικά - ilustre, ilustrar, ilustração, exemplo, illustration, a ilustração, ilustração do, ...
  • εικονογραφώ στα πορτογαλικά - ilustre, ilustrar, ilumine, iluminar, ilustram, ilustra, ilustração, ...
Τυχαίες λέξεις
Εικαστικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: curioso, conjetural, conjectural, conjuntural, conjecturais, conjunturais