Ενδιαφερόμενος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ενδιαφερόμενος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
animado, afiado, quilha, vivo, alerta, ágil, preocupado, em causa, causa, em questão, preocupados
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ενδιαφερόμενος
ενδιαφερόμενος in english, ενδιαφερόμενος translate, ενδιαφερόμενος κλίση, ενδιαφερόμενοσ στα αγγλικά, ενδιαφερόμενος αγγλικα, ενδιαφερόμενος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ενδιαφερόμενος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ενδιαφέρον στα πορτογαλικά - concernir, cuidado, causa, interessar, juro, preocupação, juros, ...
- ενδιαφέρων στα πορτογαλικά - interessante, singular, notável, interessantes
- ενδοτικός στα πορτογαλικά - concessivo, concessiva, concessivas, vantajosas
- ενδοχώρα στα πορτογαλικά - hinterland, interior, sertão, interior da, do interior
Τυχαίες λέξεις
Ενδιαφερόμενος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: animado, afiado, quilha, vivo, alerta, ágil, preocupado, em causa, causa, em questão, preocupados
Μεταφράσεις: animado, afiado, quilha, vivo, alerta, ágil, preocupado, em causa, causa, em questão, preocupados