Εξομοιώνω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: εξομοιώνω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
assimilar, cachecóis, lenços, scarves, lenços de, Echarpes
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξομοιώνω
εξομοιώνω αντιθετο, αφομοιώνω συνώνυμο, εξομοιώνω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εξομοιώνω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- εξοκέλλω στα πορτογαλικά - estreito, costa, Strand, vertente, fio, cordão
- εξολοθρεύω στα πορτογαλικά - equivalente, erradicar, exterminar, exterminá, extermínio, elimine
- εξομολογητής στα πορτογαλικά - confessor, o confessor
- εξομολογώ στα πορτογαλικά - confessar, professar, reconhecer, confesso, confessamos, confessam, confessarmos
Τυχαίες λέξεις
Εξομοιώνω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: assimilar, cachecóis, lenços, scarves, lenços de, Echarpes
Μεταφράσεις: assimilar, cachecóis, lenços, scarves, lenços de, Echarpes